Οι δανειστές στην Αθήνα -Πρόβλημα ρευστότητας στην οικονομία – Εκτός αγορών, με κόκκινα δάνεια, ανάπτυξη δεν έρχεται

Από τα μνημόνια …βγήκαμε, αλλά τις 15 Ιανουαρίου έρχονται στην Αθήνα οι εκπρόσωποι των δανειστών για να συντάξουν την πρώτη έκθεση ενισχυμένης εποπτείας τους ως προς τα πεπραγμένα της Κυβέρνησης αναφορικά με τις δεσμεύσεις της. Θα ελέγξουν εάν η χώρα μας τήρησε τη συμφωνία για την ολική αποπληρωμή των οφειλών του δημοσίου προς τους ιδιώτες, καθώς και τη γενικότερη πορεία των δημοσιονομικών στόχων του Προϋπολογισμού.

Η έκθεση αυτή θα είναι καθοριστική για το αν οι Βρυξέλλες θα αποφασίσουν την επιστροφή των 600 εκατ. ευρώ από τα κέρδη των ελληνικών ομολόγων που παρακρατούν η ΕΚΤ και οι κεντρικές τράπεζες των χωρών της Ευρωζώνης.

Μετά την θετική έκθεση θα δοθεί το πράσινο φως στην κυβέρνηση να προχωρήσει στην αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 40-50 ευρώ μικτά από τα σημερινά επίπεδα των 586 ευρώ μικτά το μήνα.
«Η κυβέρνηση κάνει πράξη τη δέσμευσή της, η αύξηση του κατώτατου μισθού θα ανακοινωθεί το δεύτερο δεκαπενθήμερο του Ιανουαρίου και θα συνοδευτεί με ταυτόχρονη κατάργηση του ντροπιαστικού υποκατώτατου μισθού των νέων έως 25 ετών», τόνισε χθες η υπουργός Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, Έφη Αχτσιόγλου, σε συνέντευξή της στον τηλεοπτικό σταθμό «KONTRA».

Εντός του Ιανουαρίου επίσης:

1. Θα δρομολογηθούν οι διαδικασίες για τη μείωση των κόκκινων δανείων στις τράπεζες. Αποφάσεις για το πως δεν έχουν ληφθεί από τους δανειστές, αλλά θεωρείται βέβαιο ότι η ελληνική  πρόταση θα βασίζεται στο ιταλικό μοντέλο που θα προβλέπει την τιτλοποίηση “κόκκινων” δανείων ύψους 15-20 δισ. ευρώ και τη διάθεσή τους σε επενδυτές (μέσω της αγοράς ομολόγων) με κρατική εγγύηση.

2. Ο ΟΔΔΗΧ (Οργανισμός Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους), εφόσον οι διεθνείς συνθήκες το επιτρέψουν, θα προχωρήσει στη πρώτη έκδοση ομολόγου βραχυχρόνιας διάρκειας (3ετους η 5ετους διάρκειας). Θα είναι η πρώτη “δειλή” έξοδος της χώρας στις αγορές, στις οποίες είναι αδύνατον να βγει κανονικά (με δεκαετή ομόλογα), καθώς το επιτόκιο που ζητείται εξακολουθεί να κυμαίνεται γύρω στο “απαγορευτικό” 4,5%.

Πρόκειται για ένα θέμα τεράστιας σημασίας για το τραπεζικό σύστημα, τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά. Χωρίς δανεισμό του Δημοσίου, δεν μπορούν να δανειστούν οι τράπεζες, άρα ούτε οι επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά από τις τράπεζες. Οι ασφυκτικές συνθήκες που δημιουργεί η έλλειψη ρευστότητας στην οικονομία δεν επιτρέπουν καμία αισιοδοξία ως προς την προοπτική ταχείας ανάπτυξης.