Ε. Αχτσιόγλου: Ψήφος εμπιστοσύνης σημαίνει ψήφος για την αύξηση του κατώτατου μισθού

«Η Βουλή καλείται να αποφασίσει αν θα στηρίξει αυτή την κυβέρνηση για να συνεχίσει και να ολοκληρώσει το έργο της και τη συνταγματική της θητεία έως τον Οκτώβριο του 2019»

«Ψήφος εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση σημαίνει ψήφος για την αύξηση του κατώτατου μισθού, την ελάφρυνση των συμπολιτών μας από τα χρέη, την πρόσληψη 15.000 εκπαιδευτικών στα σχολεία μας», τόνισε η υπουργός Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, Έφη Αχτσιόγλου, στην ομιλία της στη Βουλή για την παροχή ψήφου εμπιστοσύνης.

Η Βουλή, υπογράμμισε, «καλείται να πάρει μια εξαιρετικά κρίσιμη απόφαση. Αν θα στηρίξει αυτή την κυβέρνηση για να συνεχίσει και να ολοκληρώσει το έργο της και τη συνταγματική της θητεία έως τον Οκτώβριο του 2019. Αυτό είναι το ερώτημα, αυτό είναι το διακύβευμα από το οποίο κανείς δεν μπορεί να υπεκφύγει».

Η κυβέρνηση, σημείωσε η θπουργός Εργασίας, υπήρξε πιστή στις δεσμεύσεις που ανέλαβε πριν από 4 χρόνια απέναντι στην κοινωνία «να βγάλουμε τη χώρα από τα μνημόνια, να το κάνουμε αυτό όχι αδιαφορώντας για τις κοινωνικές συνέπειες, αλλά προστατεύοντας τα πιο ευάλωτα κοινωνικά στρώματα. Να θέσουμε τα θεμέλια για μία περίοδο δίκαιης ανάπτυξης στη χώρα, βασισμένη στην αξιοπρεπή εργασία και το στιβαρό κοινωνικό κράτος. Να βγάλουμε τη χώρα από το καθεστώς της διεθνούς απαξίας και υποτίμησης που είχε περιέλθει την προηγούμενη περίοδο, αναβαθμίζοντας τη θέση της στο διεθνές στερέωμα».

Αναφερόμενη στο έργο της κυβέρνησης υπογράμμισε, μεταξύ άλλων, ότι από την 21 Αυγούστου 2018 επανέφερε τις συλλογικές διαπραγματεύσεις στη χώρα και δεκάδες χιλιάδες εργαζόμενοι που καλύπτονται από συλλογικές συμβάσεις έχουν αύξηση στο μισθό τους. Επίσης, μείωσε τις ασφαλιστικές εισφορές για επιπλέον 250.000 ελεύθερους επαγγελματίες, αυτοαπασχολούμενους και αγρότες. Θωράκισε, ακόμα, τα δικαιώματα των εργαζομένων απέναντι σε φαινόμενα  απλήρωτης εργασίας, έθεσε για πρώτη κανόνες για την προστασία των εργαζομένων στις εργολαβίες, για την τήρηση των ωραρίων και τη δήλωση των υπερωριών. Μάλιστα μετά τις παρεμβάσεις αυτές οι επιχειρήσεις που δήλωσαν υπερωρίες υπερδιπλασιάστηκαν, με τον αριθμό τους να είναι μεγαλύτερος κατά 230% σε σχέση με το 2017.

Η κ. Αχτσιόγλου επισήμανε ότι «όποιος δώσει ψήφο εμπιστοσύνης στην Κυβέρνηση σήμερα στηρίζει:

– την αύξηση του κατώτατου μισθού

– την  κατάργηση του ντροπιαστικού υποκατώτατου μισθού για τους νέους

– τη θέσπιση ενός πλαισίου ελάφρυνσης δεκάδων χιλιάδων συμπολιτών μας που σώρευσαν βάρη και χρέη στα χρόνια της κρίσης και τώρα θα έχουν τη δυνατότητα να ρυθμίσουν τις οφειλές τους

– τη θέσπιση ενός συνολικού πλαισίου προστασίας της πρώτη κατοικίας και ενός συνολικού πλαισίου στεγαστικής πολιτικής, για πρώτη φορά στον τόπο, που θα δώσει τη δυνατότητα στα χαμηλά και μεσαία εισοδήματα να ανταποκριθούν στις πιεστικές στεγαστικές ανάγκες, είτε αυτό αφορά το ενοίκιο είτε το δάνειο της πρώτης κατοικίας

– τις προσλήψεις 15.000 εκπαιδευτικών στα σχολεία μας».

Η ψήφος εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση, πρόσθεσε, «στηρίζει την εξέλιξη της διαδικασίας για τη συνταγματική αναθεώρηση, για να μην χαθεί άλλη μία 5ετία, για να θωρακίσουμε τις κοινοβουλευτικές διαδικασίες, να προστατέψουμε τους δημοκρατικούς θεσμούς από εξωθεσμικά κέντρα λήψης αποφάσεων, να καταργήσουμε τον νόμο περί ευθύνης υπουργών που εξοργίζει κάθε δημοκρατικό πολίτη αυτής της χώρας. Στηρίζει, επίσης, την Κυβέρνηση να προχωρήσει τη συμφωνία για τον εξορθολογισμό των σχέσεων Kράτους-Eκκλησίας».

Σε αυτά τα ζητήματα, υπογράμμισε η κ. Αχτσιόγλου, «απαντά η ψήφος εμπιστοσύνης. Σε αυτές τις πολύ συγκεκριμένες δράσεις εξειδικεύεται η συνέχιση του έργου της κυβέρνησης. Θέλουμε την ολοκλήρωση του έργου μας να την υλοποιήσουμε με καθαρές λύσεις και όχι αναζητώντας ad hoc πλειοψηφίες. Ο πρωθυπουργός με εξαιρετική πολιτική τιμιότητα ζήτησε έναν καθαρό διάδρομο, μία εμπιστοσύνη συνολική στην Kυβέρνηση, για να μην αμφισβητείται κάθε στιγμή αν αυτή η Κυβέρνηση έχει τη δεδηλωμένη εμπιστοσύνη της Βουλής».

Αναφερόμενη στη Συμφωνία των Πρεσπών τόνισε ότι «θέσαμε τα θεμέλια για την επίλυση μίας ιστορικής εκκρεμότητας που ταλάνιζε για δεκαετίες τις δύο χώρες. Θέσαμε τις βάσεις για να ανοίξει μια νέα σελίδα στις σχέσεις των δύο λαών με άξονα τη φιλία και την αμοιβαία επωφελή συνεργασία, σεβόμενοι απολύτως την εθνική γραμμή που είχε διαμορφωθεί στη χώρα μας εδώ και πολλά χρόνια. Και κυρίως χάρη στη συμφωνία αυτή η διεθνής θέση της χώρας έχει αναβαθμιστεί, αναδεικνύεται σε πυλώνα σταθερότητας, ειρήνης και ασφάλειας στα Βαλκάνια και στην ευρύτερη περιοχή».