ΜΕΒΓΑΛ: Συμφωνία για το σχέδιο αναδιάρθρωσης – Μνημόνιο με τις τράπεζες

Το μνημόνιο συναντίληψης (M.O.U.), που υπεγράφη στις 25 Απριλίου 2017, μεταξύ των τραπεζών και του 86,39% των μετόχων (ΔΕΛΤΑ και οικογένεια Χατζάκου) της εταιρείας, παρέχει τη δυνατότητα στην εταιρεία για έκδοση νέου ομολογιακού δανείου ύψους 54,3 εκατ. ευρώ, δεκαετούς διάρκειας, το οποίο θα αποπληρώσει την υφιστάμενη οφειλή προς τις τέσσερις συνεργαζόμενες τράπεζες.Η σημαντική αυτή εξέλιξη προέκυψε έπειτα από τη θετική αξιολόγηση των τελευταίων ενεργειών της ΜΕΒΓΑΛ από την πλευρά των τραπεζών, υπογραμμίζει η σχετική ανακοίνωση. Συγκεκριμένα, η απόφαση της Γ.Σ. της ΜΕΒΓΑΛ στις 1/06/16 για αύξηση μετοχικού κεφαλαίου (ΑΜΚ) ύψους 10,0 εκ. ευρώ, ποσό το οποίο έχει καταβληθεί ολοσχερώς από τους δύο παραπάνω μετόχους, αλλά και το πενταετές επιχειρηματικό σχέδιο, η επισκόπηση του οποίου έγινε από ανεξάρτητη ελεγκτική εταιρεία για λογαριασμό των τραπεζών και της ΜΕΒΓΑΛ, έδωσαν το έναυσμα στις τράπεζες να εγκρίνουν την αναδιάρθρωση και να δώσουν την ευκαιρία σε μία ιστορική ελληνική εταιρεία να διεκδικήσει τη θέση που της αρμόζει στην εγχώρια και διεθνή αγορά.

Αξίζει να σημειωθεί πως η αύξηση μετοχικού κεφαλαίου ενίσχυσε τη ρευστότητα της εταιρείας, με αποτέλεσμα σήμερα να έχουν εξοφληθεί οι καθυστερημένες οφειλές εργοδοσίας προς τους εργαζόμενους, ύψους 3,5 εκατ. ευρώ, και να έχει αποκατασταθεί η ροή πληρωμών προς τους προμηθευτές και κτηνοτρόφους. Παράλληλα ολοκληρώνεται η αποπληρωμή του δανεισμού ύψους 2.820.295 ευρώ πλέον των τόκων στην Bartons, βάσει της σύμβασης που υπέγραψε η εταιρεία στις 28/03/15.

Δείγματα της θετικής αλλαγής καταγράφονται στα αποτελέσματα του 2016, καθώς το EBITDA είχε αύξηση 19%, ενώ ο τζίρος κυμάνθηκε στα ίδια επίπεδα με την προηγούμενη χρονιά, και διαμορφώθηκε στα 110 εκατ. ευρώ, σε μια εποχή που η αγορά γαλακτοκομικών, σύμφωνα με στοιχεία ερευνών, κινήθηκε με πτώση της τάξεως -10,5%.

Για το 2017 η εταιρεία στοχεύει σε αύξηση του τζίρου της και επιπλέον προγραμματίζει και υλοποιεί επενδύσεις ύψους περίπου 4 εκατ. ευρώ σε βάθος τριετίας, οι οποίες θα δαπανηθούν για τον εκσυγχρονισμό των παραγωγικών μονάδων του εργοστασίου με άμεση προτεραιότητα τον τομέα γιαούρτης.